Μια ξαναζεσταμένη blockbuster συνταγή, όπου η δράση προσφέρεται χωρίς δημιουργικό ρίσκο ή έμπνευση και οδηγείται σε μια ασφαλή και απόλυτα προβλέψιμη κατάληξη.
Ο Black Panther του Τσάντγουικ Μπόουζμαν στην αυτόνομη ταινία του πιάνει το νήμα της ιστορίας ακριβώς από εκεί που το άφησε στην πρώτη του κινηματογραφική εμφάνιση στο «Captain America: Εμφύλιος Πόλεμος». Ο πατέρας τού Τ’Τσάλα έχει πεθάνει και πλέον είναι εκείνος που θα τον διαδεχθεί στο θρόνο της Γουακάντα, ενός τεχνολογικά ανεπτυγμένου κράτους, που απολαμβάνει οικονομική ευμάρεια και ειρήνη όντας κρυμμένο από τον υπόλοιπο κόσμο στην καρδιά της Αφρικής, ενώ την ίδια στιγμή ο πλανήτης πλήττεται από τη φτώχεια και την προσφυγική κρίση. Ο νέος βασιλιάς αποφασίζει να εκδικηθεί για το θάνατο του πατέρα του, όταν του χαλάει τα σχέδια ο Έρικ Κιλμόνγκερ, ένα πρόσωπο από το παρελθόν το οποίο αμφισβητεί την εξουσία του και διεκδικεί το θρόνο.
Στην εποχή που κάθε δεύτερη εβδομάδα έχουμε κι ένα νέο υπερηρωικό blockbuster ήρθε η σειρά του πρώτου μαύρου super hero. Ο Μπόουζμαν κινείται με χαρακτηριστική άνεση στη στολή του Μαύρου Πάνθηρα, ενσαρκώνοντας έναν προσιτό ήρωα που δεν χάνει ευκαιρία να κάνει χιούμορ και να αυτοσαρκαστεί, χάρη και στη βοήθεια των συμπρωταγωνιστών του. Ταυτόχρονα το σάουντρακ, το οποίο επιμελήθηκε η hip hop διάνοια Κεντρίκ Λαμάρ, αναδεικνύεται σε κρυμμένο άσο στο μανίκι της ταινίας. Κάπου εδώ όμως στερεύει από προτερήματα η «καλύτερη προσθήκη στο σινε-σύμπαν της Marvel», όπως χαιρετίστηκε από τους κριτικούς του εξωτερικού το «Black Panther».
Η μηχανή παραγωγής του υπερηρωικού στούντιο βρίσκει μια νέα φόρμουλα μάρκετινγκ, η οποία πουλάει την εικόνα των Αφροαμερικανών σε πρώτο πρόσωπο κι εκμεταλλεύεται το διαχρονικό αποκλεισμό τους από το εμπορικό σινεμά. Αλλά συνεχίζει να παίζει με «λευκούς» κανόνες κι έτσι χάνεται αυτόματα η ουσία. Η πολύχρωμη αφρικανική παράδοση χρησιμοποιείται προσχηματικά από τον κατά τα άλλα ταλαντούχο σκηνοθέτη Ράιαν Κούγκλερ («Μια Στάση πριν το Τέλος», «Κριντ: Η Γέννηση ενός Θρύλου»), ο οποίος την εξαντλεί σε μυστικιστικές ιεροτελεστίες και στα σπαστά αγγλικά των πρωταγωνιστών, δίχως να αποκτά ουσιαστικό δραματουργικό ρόλο, πέρα από αυτόν του νέου περιτυλίγματος στη ξαναζεσταμένη συνταγή των blockbusters.
Σε δεύτερο χρόνο το σενάριο εξελίσσεται σε μια αδιάφορη ενδοοικογενειακή βασιλική κόντρα, όπου η δράση προσφέρεται χωρίς δημιουργικό ρίσκο ή έμπνευση και οδηγείται σε μια ασφαλή και απόλυτα προβλέψιμη κατάληξη. Το δήθεν πολιτικό σχόλιο της ταινίας καταλήγει να ταυτίσει αφελώς τον επίγειο παράδεισο της Γουακάντα με τις διαχρονικές αξίες των ΗΠΑ. Ιδέα η οποία αγγίζει μονάχα ευκολόπιστους φιλελεύθερους, οι οποίοι απολαμβάνουν να βλέπουν στη μεγάλη οθόνη μια χειραφέτηση που δεν υφίσταται εκτός σκοτεινής αίθουσας.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου